- απλοχωριά
- ηάπλα, ευρυχωρία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
απλοχωριά — η ευρυχωρία: Στο καινούριο σπίτι έχουμε απλοχωριά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
άπλωμα — το (AM ἅπλωμα) ξεδίπλωμα, τέντωμα μσν. νεοελλ. (για υφάσματα) το κάλυμμα επίπλου ή της Αγίας Τραπέζης νεοελλ. 1. έκθεση νωπών ή υγρών πραγμάτων στο ύπαιθρο, για να στεγνώσουν 2. απλοχωριά, ανοιχτός χώρος … Dictionary of Greek
απλωσιά — η απλοχωριά, ευρυχωρία … Dictionary of Greek
ευρυχωρία — η φαρδύς, διαθέσιμος χώρος, άνεση χώρου, απλοχωριά, άπλα: Έχουμε ευρυχωρία στο σπίτι αυτό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)